Η μεταλήθεια δεν είναι απλώς ένα επικοινωνιακό τέχνασμα. Είναι πολιτική επιλογή. Είναι η επιλογή όσων δεν έχουν το θάρρος να πουν ολόκληρη την αλήθεια, αλλά προτιμούν να την τεμαχίζουν, να την αναδιατάσσουν και να την παρουσιάζουν όπως τους βολεύει. Αυτό που εξελίσσεται σήμερα στον δημόσιο βίο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικής της μεταλήθειας. Όχι γιατί λείπουν τα δεδομένα, αλλά γιατί περισσεύει η πρόθεση παραποίησής τους. Όχι γιατί δεν υπάρχει παρελθόν, αλλά γιατί κάποιοι επιλέγουν να το σβήσουν. Όχι γιατί δεν υπάρχουν αποφάσεις, αλλά γιατί δεν εξυπηρετούν το νέο αφήγημα. Η πραγματικότητα δεν υπηρετείται· μεταπλάθεται. Τα γεγονότα δεν ερμηνεύονται· διαστρεβλώνονται. Η συνέχεια της διοίκησης δεν αναγνωρίζεται· διαγράφεται σκόπιμα. Και εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει θεσμική σοβαρότητα, κυριαρχεί η επικοινωνιακή επιφάνεια. Διοίκηση με όρους εντυπώσεων, όχι ουσίας. Δηλώσεις χωρίς αναφορά στις πραγματικές αποφάσεις. Παρουσιάσεις χωρίς αναφορά στο ποιος σχεδίασε, ποιος ενέκρινε, ποιος χρηματοδότησε. Ένα διαρκές «τώρα», αποκομμένο από το «πριν», λες και τα έργα γεννιούνται μόνα τους, χωρίς μελέτες, χωρίς χρονοδιάγραμμα, χωρίς πολιτική ευθύνη. Η μεταλήθεια δεν αντέχει τα έγγραφα. Δεν αντέχει τις ημερομηνίες. Δεν αντέχει τις υπογραφές. Γι’ αυτό και αποφεύγει τη σύγκριση, φοβάται τη συνέχεια και επιλέγει τη λήθη. Γιατί η αλήθεια, όταν ειπωθεί ολόκληρη, χαλάει το αφήγημα. Όμως η διοίκηση δεν είναι αφήγημα. Είναι πράξεις, ευθύνες και συνέπειες. Και όταν η πολιτική μετατρέπεται σε σκηνοθεσία, τότε το πρόβλημα δεν είναι επικοινωνιακό – είναι βαθιά θεσμικό. Η αλήθεια μπορεί να καθυστερεί, αλλά δεν ακυρώνεται. Και όσο κι αν κάποιοι επενδύουν στη μεταλήθεια, στο τέλος μένουν μόνο τα γεγονότα. Και αυτά δεν φωτογραφίζονται· καταγράφονται. Και όταν η πολιτική γίνεται σκηνοθεσία, δεν μιλάμε για επικοινωνία — μιλάμε για θεσμική παρακμή. Τα γεγονότα όμως δεν σβήνονται. Ούτε διαστρεβλώνονται για πάντα. Στο τέλος, η μεταλήθεια καταρρέει. Και μένει μόνο η αλήθεια.









