Η Moody’s παρέμεινε ο μοναδικός από τους μεγάλους οίκους που τοποθετεί την Ελλάδα μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική (στο Ba1), αλλά αναβάθμισε τις προοπτικές σε θετικές. Μια αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα από τον οίκο, θα έκλεινε μια εκκρεμότητα, καθώς θα ερχόταν να συμπληρωθεί στην τετράδα των DBRS, Fitch, S&P, Scope που την έχουν ήδη δώσει, αν και αυτό προς το παρόν δεν συνέβη.
Η αλλαγή των προοπτικών σε θετικές αντανακλά την αυξημένη πιθανότητα διαρκούς ενίσχυσης της υγείας του ελληνικού τραπεζικού τομέα, η οποία μειώνει τους κινδύνους ενδεχόμενων υποχρεώσεων για την ελληνική κυβέρνηση, σημειώνει η Moody’s. Επιπλέον, με την πιθανότητα η οικονομική ανάπτυξη και οι δημοσιονομικές επιδόσεις να υπερβούν τις προσδοκίες του οίκου, σημειώνεται ότι η δημοσιονομική ισχύς της Ελλάδας θα μπορούσε να βελτιωθεί ταχύτερα από ό,τι αναμένεται επί του παρόντος.
Προστίθεται, πως η επιβεβαίωση των αξιολογήσεων Ba1 της Ελλάδας αντικατοπτρίζει τις σημαντικές βελτιώσεις των τελευταίων ετών όσον αφορά την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη δημοσιονομική εξυγίανση, οι οποίες εξισορροπούνται με τις συνεχιζόμενες προκλήσεις σε τομείς όπως η βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης, η μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και το πολύ υψηλό βάρος του δημόσιου χρέους.
Υπογραμμίζεται ακόμη, πως η υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος έχει ήδη βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται πλέον πιο κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ σε πολλούς δείκτες χρηματοοικονομικής ευρωστίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) για το πρώτο τρίμηνο του 2024, οι δείκτες κεφαλαιοποίησης είναι πλέον κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ, με τον δείκτη CET-1 για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα να ανέρχεται σε 15,5% έναντι 16% για τον μέσο όρο σε ολόκληρη την ΕΕ. Η κερδοφορία είναι ισχυρότερη για τις ελληνικές τράπεζες και παρουσιάζουν τον χαμηλότερο δείκτη κόστους-εσόδων στην ΕΕ.
Ενώ ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, οι προοπτικές είναι καλές για να πλησιάσει τον μέσο όρο του 1,9% σε επίπεδο ΕΕ κατά τα επόμενα ένα έως δύο χρόνια. Η πιθανή περαιτέρω μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων θα ωφεληθεί από την ανακοινωθείσα επέκταση του Ελληνικού Συστήματος Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS) κατά 1 δισ. ευρώ (από τα αρχικά 2 δισ. ευρώ).
Σημειώνεται ακόμα, ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδείξει ισχυρή δέσμευση για δημοσιονομική σύνεση και έχει εφαρμόσει μια σειρά δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει τη βάση εσόδων τα τελευταία χρόνια, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και ταχύτερη μείωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας από ό,τι αναμένουμε σήμερα.
Οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ολοκληρωθεί και βρίσκονται σε εξέλιξη στο σκέλος των εσόδων αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της είσπραξης φόρων και στη μείωση της φοροδιαφυγής στους τομείς του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, καθώς και στη μείωση του κενού στον ΦΠΑ. Τα μέτρα που εφαρμόζονται περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, πρωτοβουλίες ψηφιοποίησης στην αρχή είσπραξης εσόδων, καθώς και ηλεκτρονική τιμολόγηση και υποβολή εκθέσεων σε πραγματικό χρόνο από τα σημεία πώλησης.
Κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου του τρέχοντος έτους, ο κρατικός προϋπολογισμός παρουσίασε ισχυρή αύξηση των εσόδων, ιδίως για τους φόρους εισοδήματος και τον ΦΠΑ, γεγονός που ενισχύει την αποτελεσματικότητα των πρόσφατων φορολογικών μεταρρυθμίσεων. Για τη γενική κυβέρνηση, το πρωτογενές πλεόνασμα σε ταμειακή βάση ανήλθε σε 5,2 δισ. ευρώ (2,2% του ΑΕΠ), από 3,7 δισ. ευρώ (1,7% του ΑΕΠ) για την ίδια περίοδο το 2023, καθώς τα έσοδα αυξήθηκαν ταχύτερα από τις δαπάνες.
Η Moody’s προβλέπει δημοσιονομικά ελλείμματα της τάξης του 1% του ΑΕΠ για τη γενική κυβέρνηση για την περίοδο 2024-2026, μια περαιτέρω βελτίωση από έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ το 2023. Επιπλέον, αναμένει πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2,2% του ΑΕΠ μεταξύ 2024 και 2026, ξεπερνώντας τους στόχους που περιγράφονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας της Ελλάδας. Αναμένει επί του παρόντος ότι η επιβάρυνση του χρέους θα μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ έως το 2025 και σε λιγότερο από 140% του ΑΕΠ έως το 2027.
Tέλος, στις προκλήσεις ο οίκος ξεχωρίζει εκείνες που μπορεί να προκύψουν από έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, από το δημογραφικό και την κλιματική κρίση, εξαιτίας της υψηλής έκθεσης της χώρας μας σε πυρκαγιές, καύσωνες και έλλειψη νερού.
Υπενθυμίζεται, ότι στην πρώτη αξιολόγηση του έτους, η Moody’s διατήρησε τη χώρα μας στη βαθμίδα Ba1 διατηρώντας την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας «σταθερή». Στην αξιολόγηση του Μαρτίου, ο οίκος επιβεβαίωσε την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, λόγω του ευνοϊκού του προφίλ και των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου, παρότι ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ παραμένει ακόμη πολύ υψηλός. Επικύρωσε ακόμη την ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας, προβλέποντας ανάπτυξη 2,4% για φέτος και 2,3% για το 2025.
Νωρίτερα μέσα στην ημέρα, η Societe Generale είχε ποντάρει στο ότι η Moody’s θα αναβαθμίσει τις προοπτικές της αξιολόγησης Ba1 της Ελλάδας σε θετικές, από σταθερές, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα το επόμενο διάστημα, κάτι που ως το πρώτο σκέλος επί του παρόντος επιβεβαιώθηκε.
Μετά το αποψινό review, την σκυτάλη θα πάρει η S&P στις 18 Οκτωβρίου και η Fitch στις 22 Νοεμβρίου. Ο οίκος είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε ΒΒΒ- τον Δεκέμβριο του 2023 και διατηρεί τις προοπτικές της αξιολόγησης αυτής σταθερές.